Ανίχνευση υπερευαισθησίας στο εμβόλιο της νόσου COVID-19
Από το Νοέμβριο του 2019 που εμφανίστηκε το πρώτο περιστατικό προσβεβλημένο από τον ιό SARS-CoV-2 στη πόλη Wuhan της Κίνας και ιδιαίτερα από την έναρξη του πρώτου κύματος Πανδημίας (σύμφωνα με την ανακοίνωση του Π.Ο.Υ. στις 11 Μάρτιου του 2020), η ιατρική επιστήμη δίνει καθημερινά την μάχη (φαρμακοβιομηχανία – ερευνητές – ιατροί – βιολόγοι – νοσηλευτικό προσωπικό), για την επαρκή προφύλαξη και την αποτελεσματική προστασία απέναντι στο συγκεκριμένο ιό.
Με δεδομένο ότι η ανάπτυξη ανοσίας έναντι του ιού SARS-CoV-2 θα είναι επαρκής στο ποσοστό των 2/3 του γενικού πληθυσμού, αυτό μπορεί να γίνει εφικτό μόνο με τη συνδρομή της επίκτητης ανοσίας που θα προκύψει μέσω της διαδικασίας του εμβολιασμού.
Κατά την έναρξη των εμβολιασμών (8 Δεκεμβρίου 2020) στη Μεγάλη Βρετανία, υπήρξαν αναφορές αλλεργικών αντιδράσεων σε δύο περιστατικά εμβολιασμών του προσωπικού του NHS (με αλλεργικό ιστορικό). Απάντηση στην ανησυχία και στο προβληματισμό που προέκυψε, έδωσαν οι υπεύθυνοι φορείς – «ρυθμιστικές αρχές για τα φάρμακα» του χωρών του Δυτικού κόσμου.
Πιο συγκεκριμένα το MHRA (Medicines & Healthcare products) από το Ηνωμένο Βασίλειο και ο F.D.A. (Food and Drug Administration) και το CDC (Centers for Disease Control and Prevention) των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, εξέδωσαν ανακοινώσεις με ειδική αναφορά στο συστατικό – έκδοχο PEG (πολυαιθυλενογλυκόλη) των εμβολίων mRNA (Pfizer-BioNTech και Moderna).
Κατά τις συστάσεις τους γίνεται σαφές ότι το εμβόλιο δεν πρέπει να χορηγείται σε άτομα με γνωστό ιστορικό σοβαρής αλλεργικής αντίδρασης στην πολυαιθυλενογλυκόλη (PEG).
Το PEG αποτελεί ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο πολυμερές, δηλαδή μία συνθετική ουσία, που λόγω των ιδιαίτερων φυσικοχημικών της ιδιοτήτων και τη δυνατότητα να παρέχεται σε ποικίλα μοριακά βάρη, συχνά συγκαταλέγεται μεταξύ των συστατικών που λειτουργούν ως έκδοχα στα φαρμακευτικά προϊόντα. Στην περίπτωση των mRNA εμβολίων, το PEG δεν έχει ως λειτουργικό ρόλο θεραπευτική ή φαρμακευτική δράση, αλλά την ενίσχυση της σταθερότητας και τη διάρκειας ζωής των λιπιδικών νανοσωματιδίων που εμπεριέχουν το mRNA μέσα στο εμβόλιο.
Παρότι στο παρελθόν έχει σπάνια ενοχοποιηθεί για σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις, έχει παρατηρηθεί ότι η αλλεργιογονικότητα του σχετίζεται αναλογικά με το μοριακό του βάρος που κατέχει στο εκάστοτε φαρμακευτικό προϊόν. Συνεπώς όσο χαμηλότερη είναι η τιμή του, τόσο πιο εύκολα διεισδύει στους ιστούς, αυξάνοντας την πιθανότητα ευαισθητοποίησης.
Στην περίπτωση των εμβολίων του άλλου τύπου (Astra Zeneca και Johnson & Johnson), την αντίστοιχη θέση ως υπεύθυνος των αλλεργικών αντιδράσεων κατέχει το έκδοχο πολυσορβικό 80 (Polysorbate 80). Πρόκειται για έναν ευρέως χρησιμοποιούμενο παράγοντα σταθεροποίησης (γαλακτωματοποιητή), που εμπεριέχεται σε τρόφιμα, καλλυντικά και φαρμακευτικά προϊόντα.
Στο εργαστήριο μας, με τη δυναμική της μοριακής διάγνωσης και της εφαρμογής των ειδικών πρωτοκόλλων της κυτταρομετρίας ροής, υπάρχει η δυνατότητα προληπτικού ελέγχου διερεύνησης αντιδράσεων υπερευαισθησίας (αλλεργίας) στα συγκεκριμένα έκδοχα PEG και Polysorbate 80.
Η συγκεκριμένη εξέταση ονομάζεται «Δοκιμασία Ενεργοποίησης των Βασεόφιλων» – Basophile Activation Test (B.A.T.) και χαρακτηρίζεται από υψηλή διαγνωστική ακρίβεια. Ανιχνεύει με υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα εξατομικευμένα για τον κάθε ασθενή, την αλλεργιογονικότητα του PEG με μοριακό βάρος 2.000 (Da) που βρίσκεται στα εμβόλια mRNA’s, όπως και του Polysorbate 80 που εμπεριέχεται στο Astra Zeneca και στο Johnson & Johnson.
Οι συστάσεις των ρυθμιστικών αρχών για τα φάρμακα, επισημαίνουν σαφώς ότι οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για τα οφέλη του εμβολίου σε σχέση με τους κινδύνους του και προτρέπουν για την «επικοινωνία με πιστοποιημένο Αλλεργιολόγο/Ανοσολόγο της περιοχής σας για ερωτήσεις και διευκρινίσεις».