Διαβήτης τύπου MODY 2 – Μεταλλαγές του γονιδίου GCK
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα σύνδρομο το οποίο χαρακτηρίζεται από διαταραχή στο μεταβολισμό της γλυκόζης (υπεργλυκαιμία), των λιπαρών οξέων και των αμινοξέων. Οφείλεται είτε στην έλλειψη ινσουλίνης, είτε στην αδυναμία δράσης της, λόγω περιφερικής αντίστασης.
Ο σακχαρώδης διαβήτης ταξινομείται σε δυο κατηγορίες:
α. τύπου 1 (ινσουλινοεξαρτώμενος)
β. τύπου 2 (μη ινσουλινοεξαρτώμενος)
Στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (μη ινσουλινοεξαρτώμενος) εντάσσεται ένας ιδιαίτερος τύπος, ο διαβήτης MODY – σακχαρώδης διαβήτης που εμφανίζεται σε νεαρούς ενήλικες, ο οποίος οφείλεται στην ύπαρξη μεταλλάξεων σε ένα μόνο γονίδιο (μονογονιδιακός). Στον διαβήτη MODY, εκτός του υποτύπου 2 στον οποίο θα αναφερθούμε εκτενέστερα, περιλαμβάνονται επιπλέον και οι MODY 1, 3 , 4 , 5 υπότυποι.
Ο διαβήτης MODY υποτύπου 2 έχει ως αίτιο μεταλλάξεις στο γονίδιο GCK, το οποίο παράγει την πρωτεΐνη γλυκοκινάση. Η γλυκοκινάση η οποία συνευρίσκεται στο ήπαρ και τα β-κύτταρα του παγκρέατος, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον μεταβολισμό της γλυκόζης. Τα β-κύτταρα παράγουν και απελευθερώνουν ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είναι η ορμόνη, η οποία ρυθμίζει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα ελέγχοντας την ποσότητα που περνά μέσω της κυκλοφορίας στα κύτταρα, ώστε να χρησιμοποιηθεί από αυτά για τις ενεργειακές τους ανάγκες. Η γλυκοκινάση ενεργεί κατά κάποιο τρόπο ως “αισθητήρας” αναγνώρισης υψηλών επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, διεγείροντας την απελευθέρωση ινσουλίνης από τα β-κύτταρα, ενώ ταυτόχρονα επιδρώντας στα ηπατικά κύτταρα, καθορίζει το πότε η περίσσεια της γλυκόζης θα απορροφηθεί από αυτά προκειμένου να μετατραπεί σε γλυκογόνο (σημαντική πηγή αποθηκευμένης ενέργειας).
Οι περισσότερες μεταλλάξεις του γονιδίου GCK που προκαλούν τον διαβήτη τύπου MODY 2 αλλάζουν δομικά στοιχεία της γλυκοκινάσης έχοντας ως αποτέλεσμα την ευκολότερη αποδόμηση της καθώς και την μείωση της δραστικότητας της στα κύτταρα (β – κύτταρα και ηπατικά) με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η συγκεκριμένη μορφή διαβήτη ξεκινά συνήθως πριν από την ηλικία των 30 ετών και κληρονομείται με τον αυτοσωμικό επικρατούντα χαρακτήρα. Οι ασθενείς παρουσιάζουν ελαφρώς αυξημένα επίπεδα γλυκόζης από την γέννησή τους χωρίς όμως τα τυπικά συμπτώματα του σακχαρώδους διαβήτη, ενώ και οι επιπλοκές που σχετίζονται με την πάθηση είναι εξαιρετικά σπάνιες.
Η διάγνωση του διαβήτη MODY 2 (καθώς και των άλλων υπότυπων διαβήτη MODY 1, 3, 4, 5) πραγματοποιείται με μοριακό έλεγχο για την ανίχνευση μεταλλάξεων (αλληλούχιση) και ελλειμμάτων στο γονίδιο GCK και κατ´ αντιστοιχία με τον ίδιο τρόπο (μοριακά) στα γονίδια: HNF4A, HNF1A & TCF1, IPF1 , HNF1B & TCF2, για τους άλλους υπότυπους MODY.