Νόσος Alzheimer -Νέες προσεγγίσεις
Η Νόσος Alzheimer (ΝΑ) είναι µία προοδευτική νευροεκφυλιστική ασθένεια του εγκεφάλου η οποία ευθύνεται για το 50-70% των περιπτώσεων άνοιας σε άτομα άνω των 65 ετών. Τα κύρια συμπτώματα είναι απώλεια μνήμης, σύγχυση, αποπροσανατολισμός, προβλήματα στην ομιλία, μειωμένη κριτική σκέψη. Επηρεάζει το 7% του πληθυσμού, ηλικίας άνω των 65 ετών, και μέχρι το 30% του πληθυσμού ηλικίας άνω των 80 ετών. Είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη νόσος και η συχνότητά της αναμένεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2050. Η ΝΑ διακρίνεται σε σποραδική και κληρονομική ή οικογενή μορφή. Η σποραδική μορφή αφορά στο 90-95% των πασχόντων, ενώ η οικογενής μορφή είναι σπανιότερη και αφορά στο 5-10% των περιπτώσεων. Η έγκαιρη διάγνωση της νόσου και η διαφοροποίησή της από άλλες μορφές άνοιας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τους ιατρούς και τους ασθενείς.
Οι ερευνητές και οι κλινικοί ιατροί έχουν αναγνωρίσει εδώ και καιρό την εκτεταμένη κλινική, βιολογική, παθολογική και γενετική ποικιλομορφία που συναντάται σε ασθενείς με ΝΑ. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι είναι απαραίτητη η ακριβής και εξατομικευμένη αξιολόγηση κινδύνου για τον εκάστοτε ασθενή. Μια τέτοια εκτίμηση μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο αποτελεσματική στρατηγική διαχείρισης της νόσου, ειδικά προσαρμοσμένη στον πάσχοντα.
Πρόσφατα, έχουν αναπτυχθεί νέες διαγνωστικές προσεγγίσεις για την ΝΑ. Διαγνωστικές εξετάσεις για την έγκαιρη ανίχνευση της νόσου περιλαμβάνουν τη μέτρηση του Beta-Amyloid 42 (Αβ42), που είναι γνωστός βιοδείκτης της νόσου, καθώς και των πρωτεϊνών Tau – total Tau (t-Tau) και phosphorylated tau (p-Tau) στο Eγκεφαλονωτιαίο Yγρό. Οι μετρήσεις αυτές αντικατοπτρίζουν τις ειδικές νευροπαθολογικές μεταβολές στον εγκέφαλο, επιτρέποντας το διαχωρισμό των πασχόντων από τα υγιή άτομα. Η νέα προσέγγιση αφορά τη μέτρηση της αναλογίας Αβ42/Αβ40 για την κανονικοποίηση των αποτελεσμάτων και τη μείωση της μεταβλητότητας μεταξύ των ασθενών. Έχει αναφερθεί ότι η αναλογία αυτή έχει καλύτερη ευαισθησία και ειδικότητα συγκριτικά με τη μέτρηση του Αβ42 μόνο, για τη διαφοροποίηση της ΝΑ από τις άλλες μορφές άνοιας. Η αξιολόγηση των βιοδεικτών της νόσου με αυτή τη νέα μεθοδολογία μπορεί να βοηθήσει στην αποσαφήνιση της πιθανότητας παρουσίας της νόσου, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερη διαχείριση του ασθενούς.
Γενετικοί παράγοντες έχουν συσχετισθεί με προδιάθεση για την εµφάνιση της νόσου, όμως οι µεταλλάξεις δεν είναι ικανές από µόνες τους να προκαλέσουν την εµφάνιση της, αλλά πρέπει να συνδυαστούν µε άλλους παράγοντες όπως η ηλικία, οι ορµονικές ανωµαλίες, η έλλειψη βιταµινών, η φλεγµονή, τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης και η οξειδωτική βλάβη. Η απολιποπρωτεΐνη Ε (ApoΕ), η βασική απολιποπρωτεΐνη του εγκεφάλου, συμμετέχει στην αποθήκευση και το μεταβολισμό της χοληστερόλης και αποτελεί άλλον ένα βιοδείκτη για τη ΝΑ. Υπάρχουν τρεις διαφορετικές ισομορφές, οι ApoE2, ApoE3 και ApoE4 οι οποίες κωδικοποιούνται από τα αλληλόμορφα ε2, ε3 και ε4 αντίστοιχα. Η παρουσία του αλληλομόρφου ε4 έχει συσχετιστεί με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της ΝΑ συγκριτικά με την παρουσία του αλληλομόρφου ε3 (το πιο συχνό αλληλόμορφο), ενώ το ε2 αλληλόμορφο φαίνεται ότι έχει προστατευτική δράση. Το φύλο, το περιβάλλον, η φυλή, η εθνικότητα και η παρουσία άλλων αλληλομόρφων κινδύνου συμβάλλουν επίσης στον κίνδυνο εμφάνισης ΝΑ που σχετίζεται με τον γονότυπο ApoΕ.
Η οικογενής μορφή της ΝΑ κληρονομείται με αυτοσωµικό επικρατή τρόπο και η εµφάνιση της έχει συσχετισθεί µε µεταλλάξεις στα γονίδια APP (Amyloid Precursor Protein), PSEN-1 (Presenilin 1) και PSEN-2 (Presenilin 2). Μεταλλάξεις στο γονίδιο APP έχουν συσχετιστεί με την εμφάνιση της νόσου σε ηλικία μεταξύ 50 και 60 ετών. Μεταλλάξεις στα γονίδια PSΕΝ-1/PSEN-2 έχουν συσχετιστεί με την εμφάνιση της νόσου σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών. Η γενετική ανάλυση μπορεί να προσφέρει επιβεβαίωση στην διάγνωση του ιατρού και επιπλέον τη δυνατότητα σε ενήλικα άτομα της οικογένειας να εξεταστούν για την οικογενή μετάλλαξη, ώστε να γνωρίζουν εάν υπάρχει προδιάθεση για την εμφάνιση της συγκεκριμένης νόσου ώστε να μπορέσουν να περιορίσουν άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες από τον τρόπο ζωής τους.
Παρόλο που η ΝΑ δεν είναι σήμερα θεραπεύσιμη, η χρήση φαρμάκων μπορεί να οδηγήσει σε προσωρινή ανακούφιση των συμπτωμάτων της απώλειας μνήμης και της σύγχυσης. Επιπλέον, η έγκαιρη διάγνωση επιτρέπει στους ασθενείς να προετοιμαστούν για τη μελλοντική περίθαλψη ή να επιλέξουν να συμμετάσχουν σε κλινικές δοκιμές για νέες θεραπείες.