Παγκρεατική ελαστάση κοπράνων, ένα εργαλείο για τη διάγνωση της εξωκρινούς παγκρεατικής ανεπάρκειας
Η παγκρεατική ελαστάση είναι ένα πρωτεολυτικό ένζυμο, το οποίο παράγεται αποκλειστικά από τα κύτταρα του παγκρεατικού βλεννογόνου και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην διαδικασία της πέψης. Η μείωση των επιπέδων της, χαρακτηρίζεται ως “εξωκρινής παγκρεατική ανεπάρκεια” συνοδευόμενη κυρίως από συμπτώματα στεατόρροιας, μετεωρισμού, κοιλιακού άλγους και απώλειας βάρους.
Το γεγονός ότι η παγκρεατική ελαστάση δεν αποδομείται από τα βακτήρια που αποικίζουν τον εντερικό αυλό κατά την διέλευσή της από αυτόν, εξασφαλίζει την σταθερότητά της και την αυξημένη συγκέντρωσή της στα κόπρανα. Συνεπώς ο ποσοτικός προσδιορισμός της ελαστάσης σε αυτά, αντανακλά την εξωκρινή εκκριτική λειτουργία του παγκρέατος (ανεπάρκεια αυτής ή μη).
Η εξέταση είναι σημαντική τόσο στην διαφορική διάγνωση ατόμων με τα γαστρεντερικά συμπτώματα που προαναφέραμε, όσο και στην παρακολούθηση της εξωκρινούς παγκρεατικής λειτουργίας ασθενών με κυστική ίνωση, σακχαρώδη διαβήτη ή χρόνια παγκρεατίτιδα.
Στην “ανάλυση” η δοκιμασία πραγματοποιείται με την χρήση ειδικών πολυκλωνικών αντισωμάτων, κατά καθορισμένων πεπτιδικών αλληλουχιών του μορίου της ανθρώπινης παγκρεατικής ελαστάσης, επιτυγχάνοντας την μεγαλύτερη δυνατόν ευαισθησία και ειδικότητα στον προσδιορισμό της.